Τις προάλλες έκανα την βόλτα μου κι εκεί που περπατούσα αμέριμνη, τα μεγάλα μου αφτιά “έπιασαν” κάτι ψιθύρους. Σταμάτησα απότομα και τέντωσα τ’ αφτιά μου περισσότερο για να προσδιορίσω τον τόπο προέλευσής τους αλλά και την ιδιότητά τους. Τι ήταν αυτοί οι ψίθυροι; Ποιος τους δημιουργούσε; Κι αυτός που βρισκόταν;
Δεν μου πήρε πολύ χρόνο για να τον εντοπίσω. Η σούπερ – δυναμική ακοή μου και η όσφρηση μου με οδήγησαν στην πηγή. Δεκάδες μέτρα νοτιότερα από το σημείο που ήμουν βρισκόταν ένας γεροντάκος αδέσποτος σκύλος. Είχε κουρνιάσει σε μια ανήλιαγη γωνιά και καθόταν κουλουριασμένος με τα κουρασμένα από την αδέσποτη ζωή ματάκια του να λαμπυρίζουν σαν πυγολαμπίδες μέσα στο σκοτάδι. Το μόνο φωτεινό σημείο… Τα μάτια του…
Η σκοτεινή γωνιά είχε σκεπάσει το γέρικο κορμάκι σαν μαύρο σεντόνι. Τα γιγάντια χέρια της μοναξιάς έκλεβαν την ανάσα του κι εκείνο με κοφτές ανάσες άφηνε ένα σιγανό μουρμουρητό…
Πήγα πιο κοντά και τότε κατάλαβα… Ψιθύριζε στην γλώσσα την δικιά μας… Ψιθύριζε λόγια… Παρακαλούσε κάποιον… Μα βέβαια… Έλεγε σιγανά μια…. Προσευχή…
” Θεέ μου, είμαι κι εγώ πλάσμα σου… Οι άνθρωποι όμως πολλές φορές το ξεχνάνε. Δεν ξέρω αν είναι χειρότερο να γεννηθείς στον δρόμο ή να σε παρατήσουν οι δικοί σου “άνθρωποι”, η δική σου οικογένεια επειδή σε βαρέθηκε ή επειδή αρρώστησες.
Εγώ αρρώστησα στα χέρια τους. Στην αρχή που ήμουν κουτάβι ήταν όλα καλά. Με αγαπούσαν, με αγκάλιαζαν, ώσπου ένα καλοκαίρι ήθελαν να πάνε διακοπές αλλά η ύπαρξή μου τους ήταν μεγάλο εμπόδιο… Δεν μπορούσαν να με αφήσουν μόνο μου στο σπίτι. Το καλοκαίρι πέρασε χωρίς να πάνε διακοπές. Τότε άρχιζαν να με αγαπάνε λιγότερο. Με χτυπούσαν απ’ τα νεύρα τους και με αλυσόδεναν στην βεράντα βρέχει χιονίσει ώσπου δεν άντεξα το κρύο κι αρρώστησα με αποτέλεσμα να πάρουν την απόφαση να με διώξουν από το σπίτι γιατί ” μόνο κακό τους έφερνα στο σπίτι και τώρα ζητούσα και παραπάνω έξοδα για να γίνω καλά… Ε, αυτό είναι ανήκουστο…”.
Θεέ μου, δεν ξέρω πού ήμουν λάθος… Σε τι έφταιξα… Τους αγαπάω και μου λείπουν. Μου λείπουν τα παιχνίδια τους, τα χάδια τους, οι αγκαλιές τους…. Αλλά φαίνεται πως ήμουν κακό σκυλί και το άξιζα να πάθω αυτό που έπαθα… Απλά… μου λείπουν… Κρυώνω, φοβάμαι μόνος μου έξω… Φοβάμαι τις αγέλες άλλων σκύλων αλλά και τους ανθρώπους… Φοβάμαι μήπως με διώξουν απ’ αυτήν την γωνιά και βρεθώ στον δρόμο εκτεθειμένος στο κρύο, στην βροχή και στην κακία των ανθρώπων… Φοβάμαι μήπως αύριο οι λακκούβες του δρόμου στεγνώσουν και δεν βρω νερό και πεθάνω απ’ τη δίψα… Φοβάμαι μήπως αύριο δεν βρω τροφή στα σκουπίδια και πεθάνω απ’ την πείνα… Φοβάμαι μήπως αύριο με ξεγελάσουν τα ύπουλα αισθήματα των ανθρώπων και με δηλητηριάσουν με φόλα… Φοβάμαι μήπως αύριο δεν αντέξω το κρύο και πεθάνω…. Φοβάμαι μήπως αύριο μου επιτεθούν άγρια σκυλιά και με σκοτώσουν… Φοβάμαι μήπως αύριο με πατήσει αυτοκίνητο και μ’ αφήσει στην άκρη του δρόμου σαν άδεια σακούλα που δεν είχε ποτέ αισθήματα ή ψυχή… Φοβάμαι μήπως αύριο είμαι ξανά μόνος μου…. Φοβάμαι την μοναξιά… Φοβάμαι μήπως δεν νιώσω ξανά ποτέ το χάδι πάνω στην γούνα μου… Φοβάμαι μήπως δεν με αγαπήσει ξανά κανείς…. Σα να μη υπήρξα ποτέ…
Θεέ μου, βοήθησε με να ζήσω άλλη μια μέρα χωρίς άγχος και φόβο. Κι αν μπορείς σε παρακαλώ στείλε μου έναν άνθρωπο να μ’ αγαπήσει και να με φροντίσει έστω τις τελευταίες μου στιγμές…“
Σύμφωνα με στατιστικές, τα κουτάβια υιοθετούνται πιο εύκολα απ΄ότι οι ενήλικοι σκύλοι. Οι πιθανότητες για τους αδέσποτους ενήλικους σκύλους κλείνουν προς τον θάνατο.
Υιοθετήστε έναν ενήλικο σκύλο ή έναν άρρωστο σκύλο. Δώστε του την ευκαιρία να ζήσει έστω τις τελευταίες του στιγμές χαρούμενος, ευτυχισμένος και ήρεμος… Συναισθήματα που ίσως να μην είχε γνωρίσει ποτέ στη ζωή του ή του τα έκλεψαν άνθρωποι που δεν υπήρξαν ποτέ “άνθρωποι”… Βοηθήστε τον να τα γνωρίσει με την αγάπη σας και την φροντίδα σας… Βοηθήστε τον να γνωρίσει την αγάπη και την αξία της ζωής όταν εκείνη… έχει ΑΞΙΑ…